εφεννυμι

εφεννυμι
    ἐφέννυμι
    ἐφέννῡμι
    = ἐπιέννυμι См. επιεννυμι

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "εφεννυμι" в других словарях:

  • εφέννυμι — ἐφέννυμι (Α) (άχρ. τ.) βλ. ἐπιέννυμι. [ΕΤΥΜΟΛ. < επί + ἕννυμι «ενδύω»] …   Dictionary of Greek

  • εφεστρίς — ἐφεστρίς, ίδος, ἡ (ΑΜ, Μ και ἐφεστρίδα) [εφέννυμι] επανωφόρι, μανδύας («πάνυ δὲ παχεῑαι ἐφεστρίδες», Ξεν.) μσν. σέλα αρχ. 1. χιτώνας φιλοσόφου 2. στρατιωτική χλαμύδα («κροσσωτὴν ἐφεστρίδα», Πλούτ.) 3. μανδύας γερουσιαστή («πᾱσα ἡ σύγκλητος… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»